Άρθρο του Γιάνη Βαρουφάκη στους Sunday Times
Η Βρετανία πρέπει να κάνει μια ριζοσπαστική κίνηση εάν θέλει να αποφύγει την παγίδα των Βρυξελών, που επιθυμούν την αποτυχία του Brexit
Οι δημοσιογράφοι-φερέφωνα των Βρυξελών επέστρεψαν, έχοντας να επιτελέσουν μια σημαντική αποστολή: να βοηθήσουν τους Ευρωπαίους διαπραγματευτές να κερδίσουν το παιχνίδι εντυπώσεων επιρρίπτοντας τις ευθύνες για την αποτυχία των συνομιλιών για το Brexit, στους Βρετανούς.
Δε χωράει αμφιβολία ότι ο Michel Barnier* και η ομάδα του έχουν εντολή να καταστρέψουν οποιαδήποτε αμοιβαία επωφελή συμφωνία. Ο όρος-κλειδί είναι «αλληλουχία» (sequencing) και το μήνυμα προς το Λονδίνο είναι ξεκάθαρο: Θα ικανοποιήσετε όλα μας τα αιτήματα, ανεξαρτήτως του τι ζητάτε εσείς και μόνο τότε θα είμαστε σε θέση να ακούσουμε τις απαιτήσεις σας. Ό,τι δηλαδή ακριβώς ζητάει κάποιος που δεν επιθυμεί μια θετική έκβαση της διαπραγμάτευσης.
Από τότε που η πρωθυπουργός Theresa May ξεκίνησε αυτό το εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα για ένα «σκληρό» Brexit, δεν σταμάτησα να προειδοποιώ το Λονδίνο για το τι επρόκειτο να συμβεί. Απ᾽ την πρώτη κιόλας στιγμή έλεγα ότι δεν υπήρχε περίπτωση η ΕΕ να υπεισέλθει σε καμία ουσιαστική διαπραγμάτευση με το Λονδίνο. Υπό τον μανδύα των συζητήσεων/διαπραγματεύσεων, θα επέβαλλε στην κα May και την ομάδα της να αναλώνουν τις διαπραγματευτικές τους δυνάμεις για το δικαίωμα στην… διαπραγμάτευση!
Στο μεταξύ, οι μιντιακοί υποστηριχτές θα εργάζονται πυρετωδώς, για τον ευτελισμό των Λονδρέζικων προτάσεων, τη δυσφήμιση των διαπραγματευτών και διαστρέβλωση της αλήθειας, με μεθόδους που θα έκαναν περήφανο ακόμα και τον ίδιο τον Joseph Goebbels.
Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσονται και οι διαρροές που ακολούθησαν το δείπνο που παρέδωσε η βρετανίδα πρωθυπουργός στον Jean-Claude Juncker στις 26 Απριλίου, με σαφή και ξεκάθαρο στόχο να υποτιμήσουν την Theresa May. Αμέσως μετά ξεκίνησαν τα δημοσιεύματα των γνωστών μεγαλο-αρχισυντακτών –των δημοσιογράφων που οι Βρυξέλλες χρησιμοποιούν για να διαρρέουν την προπαγάνδα τους– δηλώντας την απογοήτευσή τους για την «έλλειψη προετοιμασίας» από τη μεριά των Βρετανών και επαναλαμβάνοντας την αγαπημένη φράση του Βερολίνου και των Βρυξελλών, που λέει ότι οι συνομιλητές τους «δεν έχουν κάνει τα μαθήματά τους».
Όπως υποσχέθηκα τη μέρα που παραιτήθηκα από Υπουργός Οικονομικών της ελληνικής κυβέρνησης, ύστερα και από την συνθηκολόγηση του Έλληνα πρωθυπουργού στην ίδια Βρυξελο-Βερολινέζικη κλίκα, «θα φέρω στο πέτο μου το μίσος της ΤΡΟΙΚΑ ως μετάλλειο τιμής». Πάραυτα, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει ανησυχώ για το γεγονός ότι τόσο οι Βρυξέλλες όσο και το Βερολίνο θα κατορθώσουν να επιφέρουν σοβαρό πλήγμα στην Βρετανία, με τον ίδιο τρόπο που κατόρθωσαν να πλήξουν και τον ελληνικό πληθυσμό.
Διαβάζοντας μεταξυ των γραμμών, το μήνυμα της ευρωπαϊκής προπαγάνδας προς το Λονδίνο είναι τετραπλό:
- Η ΕΕ θα παραμείνει αμετακίνητη. Μια αμοιβαία επωφελής συμφωνία, αποτελεί το χειρότερο εφιάλτη των Βρυξελλών, διότι οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι, πιθανώς και να ερμηνεύσουν το αποτέλεσμα υπέρ των Βρετανών και άρα ότι η ανταρσία απέναντι στην ΕΕ δύναται να παράγει θετικά αποτελέσματα. Για να διασφαλίσουν συνεπώς ότι μία τέτοια συμφωνία δεν γίνεται να υφίσταται, ο Michel Barnier και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δεν έχουν λάβει καμία αρμοδιότητα διαπραγμάτευσης ενός πλαισίου αναφορικά με οποιαδήποτε μελλοντική συμφωνία με την Βρετανία (π.χ. συμφωνία ελεύθερου εμπορίου).
- Η Angela Merkel δεν πρόκειται να παρέμβει. Η μόνη ηγέτιδα που θα μπορούσε να παρέμβει θεραπευτικά, δεν το έκανε ούτε για την Ελλάδα και δεν πρόκειται να το κάνει ούτε για την Βρετανία.
- Το Λονδίνο δεν πρόκειται να προσπεράσει τους κανονισμούς της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Κάθε φορά που η Βρετανία θα προτείνει κάτι, οι Βρυξέλλες αναμένεται να το απορρίπτουν ως «αφελές» ή ασυμβίβαστο στους κανονισμούς της ΕΕ (ένα τόσο πενιχρό νομικό πλαίσιο που δεν δίνει καμία απολύτως κατευθυντήρια αναφορικά με την αποχώρηση ενός κράτους-μέλους από την Ένωση). Υπό αυτό το πρίσμα, όποτε οι Βρυξέλλες μιλούν για «νομοθεσία» αυτό που πραγματικά εννοούν είναι η λογική της κτηνώδους δύναμης, υποστηριζόμενη από την αδιαφορία τους για το μεγάλο κόστος που αναμένεται να επιβληθεί και στις δύο διαπραγματευτικές μεριές.
- Προετοιμάστε τον κόσμο για μία ολοκληρωτική συνθηκολόγηση, αυτή είναι η μόνη επιλογή.
Τίποτα απ᾽ αυτά δεν είναι βέβαια, καινούργιο. Όλα συνάγονται από το κείμενο που πετάξανε μπροστά μου κατά τη διαπραγμάτευση του 2015, όταν αγωνιζόμουν υπέρ ενός βιώσιμου συμβιβασμού τόσο για την Ελλάδα όσο και για την υπόλοιπη Ευρωζώνη. Μια τέτοια συμφωνία είχε τότε απορριφθεί διότι θα μπορούσε να βάλει ιδέες υψηλού ρίσκου στους Ισπανούς, τους Ιταλούς, ακόμα και στους Γάλλους, ότι εάν προκαλούσαν το ευρωπαϊκό κατεστημένο, θα τους δινόταν η δυνατότητα βελτίωσης των υπογεγραμμένων συμφωνιών τους.
Για να εξαφανιστεί κάθε προοπτική μιας αμοιβαίας επωφελούς συμφωνίας, αναγκαστήκαμε να διαπραγματευτούμε με άκαμπτους γραφειοκράτες, τύπου Barnier, που δεν έχουν καμία εντολή διαπραγμάτευσης, καθώς η Merkel έκανε τα στραβά μάτια στο επικείμενο αδιέξοδο. Όσο για τον «κανόνα δικαίου», ή τους «κανόνες» που οι Γερμανοί αξιωματούχοι πάντα επικαλούνταν, δεν ήταν τίποτ΄ άλλο από ένα άδειο κέλυφος που κάθε φορά γέμιζαν με τις οδηγίες που τους βόλευαν.
Τι μπορεί να γίνει για να αποφευχθεί μια συνθηκολόγηση που τελικά θα ήταν επιβλαβής για την Βρετανία και την Ευρώπη; Νωρίτερα φέτος είχα υποθέσει ότι η May αποδέχεται την αδυναμία λογικών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ. Από τη στιγμή που θα το αποδεχθεί αυτό, υπάρχουν δύο επιλογές.
Η μία είναι να κάνει στην ΕΕ μία προσφορά που δεν αντέχει, πολιτικά, να αρνηθεί. Για παράδειγμα, να ζητήσει μια εξωσυμβατική συμφωνία, τύπου Νορβηγίας (Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος), για μία μεταβατική περίοδο όχι μικρότερη των επτά ετών. Τακτικιστικά, αυτό θα καθιστούσε περιττό τον Barnier και την ομάδα του, θα προσέφερε βεβαιότητα για τις επιχειρήσεις, οι κάτοικοι της ΕΕ θα ζούσαν στην Βρετανία και Βρετανοί στην Ευρώπη, όπως επίσης θα επιτρεπόταν στη Merkel να χαλαρώσει, με την πεποίθηση ότι το πρόβλημα του Brexit θα μεταφερότανε στο μέλλον και θα αφορούσε πλέον –επί της ουσίας– τον διάδοχό της.
Θα εξυπηρετούσε επίσης το σκοπό του σεβασμού στο Brexit, υπό την έννοια ότι η Βρετανία θα εγκατέλειπε χωρίς καθυστέρηση την ΕΕ, αποκαθιστώντας παράλληλα την κυριαρχία της στην Βουλή των Κοινοτήτων παρέχοντας στους βουλευτές τον χώρο και τον χρόνο να συζητήσουν πλήρως τις μελλοντικές ρυθμίσεις που η Βρετανία επιθυμεί να κάνει με την ΕΕ.
Η δεύτερη εκδοχή είναι η μόνη διαθέσιμη εφόσον ο στόχος της ελεύθερης κίνησης και του ρόλου των δικαστηρίων της Ευρώπης στο Ηνωμένο Βασίλειο θεωρείται πρωταρχικής σημασίας: Μονομερής αποχώρηση από όλες τις διαπραγματεύσεις, αφήνοντας τις Βρυξέλλες να έρθουν στο Λονδίνο με μια ρεαλιστική προσφορά σχετικά με το ελεύθερο εμπόριο και άλλα σημαντικά ζητήματα που αφορούν τις σχέσεις των δύο μερών.
Εάν οι Βρυξέλλες δεν το κάνουν, τότε ας είναι. Ενώ η ΕΕ θα αγωνίζεται να απαντήσει, η Βρετανική κυβέρνηση θα μπορούσε να χορηγεί βρετανική ιθαγένεια σε όλους τους κατοίκους της ΕΕ ανεξαιρέτως, ακολουθούμενη από μια δήλωση που θα διασφαλίζει ένα επίπεδο ηθικής και που θα στέλνει το μήνυμα ότι: «Δεν έχουμε καμία διαμάχη με τους Ευρωπαίους. Στην πραγματικότητα, μόλις κάναμε ό,τι θεωρούμε σωστό για τους πολίτες της ΕΕ στο ΗΒ. Ας δούμε τώρα πως συμπεριφέρονται οι φίλοι μας στην αντίπερα όχθη».
Από τις δύο εναλλακτικές, η πρώτη είναι κατά πολύ προτιμότερη. Η δεύτερη, θα συσσωρεύσει μεγάλα κόστη για τις βρετανικές επιχειρήσεις, πιθανώς να προκαλέσει αναζωπύρωση της ξενοφοβίας και να ενισχύσει την εξάρτηση της Ευρώπης από την αυταρχική ανικανότητα.
Αντιθέτως, η πρώτη εναλλακτική μιας προσωρινής ρύθμισης τύπου Νορβηγίας, δίνει στο ευρω-κοινοβούλιο μία πραγματική ευκαιρία να συζητήσει το μέλλον της Βρετανίας, μακριά απ᾽ τον απόκοσμο ήχο ενός καταπιεστικού ρολογιού.
Ίσως, μέχρι την λήξη της ενδιάμεσης μεταβατικής περιόδου, η ΕΕ να είναι μια δημοκρατική ένωση όπου ο λαός της Αγγλίας θα ήθελε να επανέλθει. Καθώς οι πιθανότητες είναι εξασθενημένες, αφήνοντας αυτό το ενδεχόμενο ανοιχτό, διατηρείται μία σημαντική και απεγνωσμένα αναγκαία, πηγή ελπίδας.
Ένας από τους λόγους που αντιτάχθηκα στο Brexit ήταν ότι το ΗΒ, καθώς θα επιδίωκε την απόσυρση από την ΕΕ, θα δαπανούσε ένα υπερβολικό τμήμα του οικονομικού και πολιτικού του κεφαλαίου, καταλήγοντας να είναι περισσότερο διασυνδεδεμένο με τις Βρυξέλλες, σε σχέση με πριν.
Κατά τη γνώμη μου, ήταν προτιμότερο να καταπολεμήσει το αντιδημοκρατικό κατεστημένο της ΕΕ από μέσα και όχι από έξω. Δυστυχώς, οι Βρετανοί δεν πείστηκαν από τέτοια επιχειρήματα και ψήφισαν να φύγουν. Ως δημοκράτης, σέβομαι την ετυμηγορία τους αλλά φοβάμαι ότι η May θα πέσει στην παγίδα της ΕΕ.
Εν τω μεταξύ, οι υποστηρικτές των Βρυξελλών συμβουλεύουν το Λονδίνο να πάρει «λάθος» μαθήματα από την Ελλάδα.
Τα «σωστό» για τη Βρετανία θα ήταν η Βρετανία να μην δώσει την ευκαιρία στην ΕΕ να απαξιώσει τους βρετανούς διαπραγματευτές έως ότου οι τελευταίοι συνθηκολογήσουν. Μία προσωρινή συμφωνία τύπου Νορβηγίας ή η άμεση παύση των διαπραγματεύσεων, καταλήγουν να είναι οι μόνες δύο επιλογές.
Ως Αγγλόφιλος και Ευρωπαίος ριζοσπάστης, υποστηρίζω ένθερμα την πρώτη.
* Ο Michel Barnier είναι Γάλλος πολιτικός του ρεπουμπλικανικού κόμματος και ηγείται των διαπραγματεύσεων του Brexit, από τη μεριά της ΕΕ.
Θέλεις να ενημερώνεσαι για τις δράσεις του DiEM25-ΜέΡΑ25; Γράψου εδώ