Άρθρο του Γιάνη Βαρουφάκη για την Εφημερίδα των Συντακτών
Η πρόσφατη συζήτηση στη Βουλή για τον αυτοπροσδιορισμό του φύλου έδωσε την ευκαιρία για άλλη μια κοινοβουλευτική κοκορομαχία που πίσω της άφησε συμπολίτες μας βαριά πληγωμένους.
Πρόκειται για ανθρώπους που, από τότε που θυμούνται, αντιμετωπίζουν τον τρόμο της κοινωνικής διαπόμπευσης, συχνά της ωμής βίας, μόνο και μόνο επειδή νιώθουν ξένοι απέναντι στο φύλο στο οποίο τους κατατάσσει η πλειοψηφία, το κράτος, η Εκκλησία, η ίδια τους η οικογένεια.
Οσο οι βουλευτές της αντιπολίτευσης και μέρους της συμπολίτευσης επιδίδονταν στις ρητορικές τους εξάρσεις, εκείνοι παρακολουθούσαν τη συζήτηση στη Βουλή όπως ένα θύμα βιασμού παρακολουθεί στο δικαστήριο τον δικηγόρο του δράστη να διαπομπεύει τον χαρακτήρα, την υπόστασή της – να την εμφανίζει ως υπεύθυνη για αυτό που της συνέβη.
Τα θεωρητικά, φιλοσοφικά και νομικά επιχειρήματα που υποστηρίζουν το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό του φύλου αφθονούν. Ομως δεν «μιλούν» στις καρδιές των ανθρώπων που αρνούνται αυτό το δικαίωμα. Το μόνο που ίσως να μιλήσει σε μερικές από αυτές είναι πραγματικές ιστορίες, η ίδια η ζωή. Ας μου επιτραπεί να εξιστορήσω δύο τέτοιες, μία εκ των οποίων είναι η δεύτερη φορά που αφηγούμαι (*).
Ο Ντόναλντ που έγινε Ντίαρντρι
Με τον Ντόναλντ Μακλόσκι γνωριστήκαμε στις αρχές της δεκαετίας του ’80. Γνωστός οικονομολόγος της Σχολής του Σικάγου, συγγραφέας του διαχρονικού βιβλίου «Η Ρητορική των Οικονομικών», ήταν θυμάμαι κεντρικός ομιλητής συνεδρίου στο οποίο συμμετείχα. Αν και λιμπεραλιστής (ακραίος νεοφιλελεύθερος, σύμφωνα με πολλούς κεϊνσιανούς και μαρξιστές συναδέλφους μου), έτρεφε πολύ μεγαλύτερη συμπάθεια απέναντι σε φιλελεύθερους μαρξιστές (όπως αυτοπροσδιορίζομαι) απ’ ό,τι για τους δήθεν νεοφιλελεύθερους της σχολής του, ιδίως εκείνους που αποκτούσαν θέσεις εξουσίας (πανεπιστημιακή, κυβερνητική ή επιχειρηματική).
Πέρασαν τα χρόνια και κάποια στιγμή, στα μέσα της δεκαετίας του ’90, έμαθα τα νέα που συγκλόνισαν την αγγλοσαξονική πανεπιστημιακή κοινότητα, ιδίως μεταξύ ημών των απελπιστικά βαρετών οικονομολόγων: Ο Ντόναλντ Μακλόσκι τελείωσε. Ζήτω η Ντίαρντρι Μακλόσκι! Πράγματι, ο Ντόναλντ είχε προβεί σε αλλαγή φύλου.
Μέγα το σούσουρο μεταξύ των συναδέλφων. Μιλώντας προσωπικά, αυτό που με ξάφνιασε ακούγοντας τα νέα ήταν ότι δεν «κόλλαγε» (στον δικό μου περιορισμένο νου) η εικόνα του Ντόναλντ με κάποιον που βιώνει μια εσωτερική διεμφυλική σύγκρουση.
Σχεδόν δύο μέτρα ύψος, αρχηγός της ομάδας αμερικανικού ράγκμπι του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ (τίτλος τιμής στο πλαίσιο αθλήματος που, για τους Αμερικανούς της άρχουσας τάξης, συνοψίζει την ελεγχόμενη βαναυσότητα και «ανδροπρέπεια»), παντρεμένος με την «ωραία της τάξης», πατέρας δύο παιδιών, καθηγητής Οικονομικών και πρόεδρος του Τμήματος Οικονομικών ενός εκ των καλύτερων πανεπιστημίων, ήταν ο τελευταίος συνάδελφος που φανταζόμουν ότι θα άλλαζε φύλο. Και μάλιστα στα πενήντα του…
Είκοσι δύο χρόνια μετά τη γνωριμία μας, αφού είχα πλέον επαναπατριστεί και δίδασκα στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, προσκάλεσα την Ντίαρντρι να έρθει στην Αθήνα να διδάξει τους διδακτορικούς φοιτητές του τμήματός μου.
Αποδέχθηκε την πρόσκληση αμέσως. Μία μέρα μετά την άφιξή της, πήγαμε μαζί στο μάθημα, όπου θα τη σύστηνα στους φοιτητές μας. Βγαίνοντας από το ασανσέρ πέσαμε πάνω σε περίπου είκοσι πέντε φοιτητές που, δίπλα στη σκάλα, περίμεναν καπνίζοντας αρειμανίως. Τους χαιρέτησε με ένα νεύμα και μπήκαμε όλοι μαζί στη διπλανή αίθουσα.
Το πρώτο πράγμα που είπε στους φοιτητές, αφού την προλόγισα, ήταν: «Καλησπέρα και σας ευχαριστώ που με τιμάτε με την παρουσία σας. Ελπίζω να με τιμήσετε και με την προσοχή σας. Τουλάχιστον ως προς ένα πράγμα – μια συμβουλή που έχω να σας δώσω.
Είδα τι κάνατε στον διάδρομο. Λοιπόν ακούστε αυτό: Ηταν πιο εύκολο να αποφασίσω να μου κόψουν τα αρχ… από το να κόψω το τσιγάρο». Ετσι έλιωσε ο πάγος και ξεκίνησε η σειρά πέντε έξοχων τετράωρων (!) μεταπτυχιακών μαθημάτων που παρέδωσε εντός μιας εβδομάδας.
Τις μέρες που ακολούθησαν γνωριστήκαμε πολύ καλύτερα. Ενα βράδυ δείπνησε στο σπίτι μας, όπου ο δεκατετράχρονος (τότε) γιος της Δανάης περίμενε πώς και πώς να γνωρίσει και να συζητήσει με σπουδαίο Αμερικανό καθηγητή που είχε ζήσει το τραύμα και την απελευθέρωση της αλλαγής φύλου. Η Ντίαρντρι μας ανοίχτηκε. Αποφασίζοντας στα πενήντα να γίνει γυναίκα ήξερε ότι δεν θα έχει ποτέ άνδρα σύντροφο.
Οτι και θα έχανε τους δικούς της και δεν θα κέρδιζε νέο σύντροφο. Οτι ένα τέτοιο κόστος-βουνό το μόνο που σηματοδοτεί ήταν η ανάγκη που ένιωθε από οκτώ ετών να μην είναι αγόρι – να της αναγνωρίζουν οι άλλοι το δικαίωμα να νιώθει κορίτσι. Δακρύσαμε όλοι μαζί. Οικογενειακώς. Είχαμε όμως βιαστεί. Το δράμα της θα μας το έλεγε αμέσως μετά.
Μας αφηγήθηκε πως την εβδομάδα που είχε προγραμματιστεί η «εγχείρηση» της ανακοίνωσαν ότι θα βραβευόταν σε μέγα, διεθνές επιστημονικό συνέδριο για τη συνεισφορά της στα Οικονομικά και στην Ιστορία. Ετσι ανέβαλε την εγχείρηση για μία εβδομάδα ώστε να μη χάσει τη βράβευση. Τίποτα δεν την είχε προετοιμάσει για αυτό που θα γινόταν.
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, στο μεγάλο ξενοδοχείο όπου λάβαινε χώρα η τιμητική εκδήλωση, την ώρα που ανέβαινε στο βήμα για να εκφωνήσει τον λόγο με τον οποίο αποδεχόταν το βραβείο, εισέβαλαν αστυνομικοί, την έσυραν από το βήμα, της φόρεσαν χειροπέδες μπροστά στο κοινό που την τιμούσε, την οδήγησαν στο κρατητήριο και κατόπιν σε φρενοκομείο κατ’ εντολήν της αδελφής της – η οποία είχε κάνει χρήση νόμου της Πολιτείας του Ιλινόι που επέτρεπε σε συγγενή πρώτου βαθμού μια τέτοια κίνηση ώστε να εμποδιστεί «πράξη εν δυνάμει αυτοκαταστροφική».
Μας μίλησε για τη γενναία μητέρα της που της στάθηκε σε όλες τις δύσκολες στιγμές. Για τον μόνιμο αποκλεισμό της από τα εγγόνια της, καθώς τα παιδιά της δεν την αποδέχονται ούτε καν σήμερα ως γυναίκα και, για αυτό, δεν της μιλούν – από το 1995.
Το 2013, όταν έμαθα για τα πογκρόμ εναντίον διεμφυλικών και τρανς ατόμων εδώ στη μνημονιακή Ελλάδα (και την παράνομη σύλληψη της δικηγόρου τους στη Θεσσαλονίκη, της Ηλέκτρας Κούτρα), μου ήρθε κατά νου η Ντίαρντρι και η ρήση της: «Φαντάσου, αν είχα πρόβλημα εγώ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, τι ελπίδες έχει κάποιος άλλος, λιγότερο προνομιούχος;». Αμέσως της έγραψα κι εκείνη έκανε ό,τι μπορούσε για να δημοσιοποιήσει το θέμα παγκοσμίως.
Το δεκατριάχρονο παιδί και η αλληλεγγύη των συμμαθητών
Η δεκατριάχρονη κόρη μου μεγαλώνει στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας. Πριν από μήνες, μου είπε μια ιστορία που πολύ θα ήθελα να έχουν ακούσει οι 300 μας τις προάλλες. Αφορά συμμαθήτριά της που, από τα οκτώ της κι αυτή, δεν άντεχε την κατάταξή της στο θηλυκό φύλο. Τη ρώτησα αν το παιδί αυτό ήθελε να θεωρείται αγόρι.
Τότε η Ξένια με ξάφνιασε με τη «διάλεξη» που μου έβγαλε για τις διαφορές μεταξύ τρανς, διεμφυλικών και ατόμων που απλά νιώθουν άβολα με οποιονδήποτε προσδιορισμό και απλά ζητούν να τους επιτραπεί να θεωρούνται ουδετεροφυλικά.
Η ωριμότητα με την οποία ανέλυε το δικαίωμα των συμμαθητών της στον αυτοπροσδιορισμό, η αφήγηση του πως όλα τα παιδιά της τάξης της ζήτησαν από τον γυμνασιάρχη να δημιουργήσει μια τρίτη τουαλέτα (για παιδιά που δεν ένιωθαν καλά με τον προσδιορισμό «αγόρι» ή κορίτσι»), η ψυχραιμία και η ευαισθησία απέναντι σε συμμαθητές της που καταπιέζονται από τον δυϊκό διαχωρισμό των φύλων (που κουβαλά μάλιστα και την ισχύ του νόμου, μαζί και με τις προκαταλήψεις της κοινωνίας) – όλα αυτά με έκαναν να σκεφτώ πόσο αναίτιο πόνο και δυστυχία θα γλίτωναν οι απανταχού Ντίαρντρι/Ντόναλντ αν όλοι μας σκεφτόμασταν, και πράτταμε, όπως η Ξένια και οι συμμαθητές της.
(*) Την ιστορία του Ντόναλντ που έγινε Ντίαρντρι την πρωτοαφηγήθηκα σε άρθρο στο περιοδικό Lifo τη 10η Ιουλίου 2013
Θέλεις να ενημερώνεσαι για τις δράσεις του DiEM25-ΜέΡΑ25; Γράψου εδώ