Σύμφωνα με τον Γιάννη Σκαρίμπα, ο κλασικός πολιτισμός τελείωσε το 338π.Χ. με τη μάχη της Χαιρώνειας και την τελική νίκη των Μακεδόνων επί των συνασπισμένων υπόλοιπων Ελλήνων. Οι πόλεις-κράτη καταλύονται και αναδεικνύεται ένα νέο είδος ανθρώπου, όχι πλέον του πολίτη αλλά του υπηκόου που ζει σε ένα πολιτικό περιβάλλον απροσπέλαστο για τον ίδιο, δοτό από τα πάνω.
Ακολουθεί ένα πολύ ενδιαφέρον κείμενο για τις αλλαγές στην ιστορία της φιλοσοφικής σκέψης που επέφερε η μετατροπή των πόλεων-κρατών σε κομμάτια μιας αυτοκρατορίας
του Pierre Aubenque σε μετάφραση Κωστή Παπαγιώργη, από το δίτομο “Η Φιλοσοφία” σε επιμέλεια Φ. Σατελέ
Πολίτες και Υπήκοοι
Ο θάνατος του Αλέξανδρου (323 π.Χ.), αφετηρία αυτού που οι ιστορικοί ονομάζουν ελληνιστική εποχή, δε σημειώνει μόνο μια ρήξη μέσα στην ιστορία της Ελλάδας. Μια και σε λίγο (το 322) συνοδεύτηκε από το θάνατο του τελευταίου κλασικού Έλληνα φιλοσόφου, του Αριστοτέλη, συμπίπτει με μια εξίσου ξεκάθαρη τομή μέσα στην ιστορία της φιλοσοφίας, τομή την οποία προκάλεσαν και οι ιστορικές μετατροπές, που συνδέονταν με την κατάκτηση των ελληνικών πόλεων από τη Μακεδονία.
Δεν οφείλεται στην τύχη το ότι ο πιο εκτεταμένος και πιο πλήρης διάλογος του Πλάτωνα έφερε τον τίτλο Πολιτεία ούτε το ότι εξέθετε την φιλοσοφική του θεωρία μέσα στο πλαίσιο ενός στοχασμού πάνω στο Κράτος. Η απώλεια της ανεξαρτησίας των ελληνικών πόλεων έχει ως πρώτη συνέπεια μέσα στην πνευματική τάξη την διάσπαση της ενότητας του ανθρώπου με τον πολίτη, του φιλοσόφου με τον πολιτικό, της εσωτερικότητας με την εξωτερικότητα, της θεωρίας με την πρακτική, με ένα λόγο αυτής «της ωραίας ολότητας με τον εαυτό της» που, κατά τον Hegel, χαρακτηρίζει την κλασική εποχή της Ελλάδας, εκείνη την εποχή όπου ο άνθρωπος ένιωθε την πόλη σπίτι του. Τη στιγμή που το παραδοσιακό πλαίσιο της ελληνικής πόλης εξαφανίζεται, μπροστά σε μιαν αυτοκρατορία που οι αποφάσεις της δεν υπόκεινται σε κριτική ή συζητήσεις των υπηκόων της, ο φιλόσοφος βρίσκεται περιορισμένος είτε μέσα στην καθαρή θεωρία, είτε μέσα στην απλή ηθική διδαχή, ενώ η πολιτική, ύπατη μορφή πράξης για τους Έλληνες, παύει να εξαρτάται απ’αυτόν για να συνδεθεί με έναν ξένο διδάσκαλο.
Είναι η στιγμή που η ελευθερία του ελεύθερου ανθρώπου, η οποία μέχρι τότε συγχεόταν με την άσκηση των πολιτικών δικαιωμάτων, μετατρέπεται, ελλείψει καλύτερης λύσης, σε εσωτερική ελευθερία· η στιγμή όπου τα ελληνικά ιδεώδη της αυτάρκειας και της αυτονομίας, τα οποία μέχρι τότε αναζητούσαν την ικανοποίησή τους μέσα στην πόλη, επαφίενται σε μόνες τις πνευματικές πηγές του ατομικού ανθρώπου· η στιγμή όπου η θεώρηση της φύσης τείνει να μην είναι παρά βοήθημα μιας ηθικής που πριν απ’ όλα καταγινόταν στο να προσφέρει στον καθένα την εσωτερική σωτηρία. Αλλά επίσης είναι η στιγμή, όπου η διάλυση των παλαιών πολιτικών πλαισίων και ταυτόχρονα το ανακάτωμα των εθνοτήτων μετά απο τις κατακτήσεις του Αλέξανδρου, θα γεννήσουν νέες μορφές αλληλεγγύης: αυτή την εποχή θα κάνει την εμφάνισή του ο κοσμοπολιτισμός.
Φροντίζοντας περισσότερο να παρηγορήσουν ή να καθησυχάσουν τον άνθρωπο παρά να μιλήσουν για το Ον, οι φιλοσοφίες της ελληνιστικής εποχής δεν θα φτάσουν την θεωρητική αυστηρότητα του πλατωνισμού ή του αριστοτελισμού. Και η ίδια η φυσική τους συχνά θα είναι δάνεια. Απασχολημένες με το να δώσουν μιαν άμεση απάντηση στα προβλήματα προσαρμογής που έθεταν στο άτομο οι κοινωνικές μετατροπές, θα έχουν λειτουργία και χαρακτήρα πιο έντονα «ιδεολογικό» απο εκείνον των φιλοσοφιών της κλασικής εποχής. Απο μιαν άλλη πλευρά, θα μπορέσουν να φτάσουν σ’ένα επίπεδο καθολικότητας επαρκές ώστε να προτείνουν, απέναντι στις δοκιμασίες της ζωής, διάφορες πιθανές συνειδησιακές στάσεις, που γρήγορα θα φανούν σαν ισάριθμες άχρονες κατηγορίες ή σαν πολιτιστικά στερεότυπα που προσφέρονται στον άνθρωπο της Δύσης.
Φτάνει να κατονομάσουμε τα τρία μεγάλα ελληνιστικά ρεύματα: Στωικισμός, Επικουρισμός, Σκεπτικισμός, για να αντιληφθούμε ότι πρόκειται για τρείς «τρόπους ζωής», που, πέρα από τις ιστορικές περιστάσεις της εμφάνισής τους, θα παραμένουν για πάντα πρόσφορες στη μίμησή μας. Στην ελληνιστική εποχή εμφανίζεται η λαϊκή έννοια της φιλοσοφίας, έννοια που υποδηλώνει μιαν ορισμένη τέχνη, δύσκολη βέβαια, αλλά προσιτή ως δικαίωμα σε όλους, να ζήσουν ευτυχείς ακόμα και μέσα σε ενάντιες συνθήκες. Στην τέτοια έννοια αναφέρεται ακόμα και σήμερα η έκφραση: «να αντιμετωπίζουμε τα πράγματα φιλοσοφικά».
Θέλεις να ενημερώνεσαι για τις δράσεις του DiEM25-ΜέΡΑ25; Γράψου εδώ