Το Κενό Παραγωγής (Output Gap) μας δείχνει την απόκλιση του πραγματοποιούμενου ΑΕΠ από το δυνητικό. Δυνητικό είναι το ΑΕΠ που μπορεί να παράξει η οικονομία αν οι παραγωγικοί συντελεστές, εργασία και κεφάλαιο, απασχοληθούν σε λελογισμένα/ρεαλιστικά επίπεδα που αποτυπώνουν τα επίπεδα της μακροχρόνιας ισορροπίας της οικονομίας. Ο δείκτης δηλαδή δεν έχει αναφορά στα επίπεδα της πλήρους απασχόλησης των παραγωγικών συντελεστών αλλά λαμβάνει υπόψη για να υπολογίσει το Κενό Παραγωγής στατιστικούς μέσους όρους για τον βαθμό απασχόλησης των συντελεστών.
Οι τιμές που λαμβάνει ο δείκτης είναι κυρίως αρνητικές, Κενό Παραγωγής γαρ. Για παράδειγμα, Κενό Παραγωγής της τάξης του (-)10% σημαίνει πως η εν λόγω οικονομία δύναται να παράξει 10% υψηλότερο ΑΕΠ από το πραγματοποιούμενο εντάσσοντας στην παραγωγική διαδικασία τους αδρανείς παραγωγικούς συντελεστές μέχρι τα επίπεδα που έχουν ληφθεί ως υπόθεση για τον υπολογισμό του κενού. Με άλλα λόγια, το Κενό Παραγωγής είναι ένας δείκτης της εν δυνάμει παραγωγικότητας που υπάρχει αλλά δεν εκδηλώνεται.
Η Ελληνική Οικονομία παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια υψηλότατο Κενό Παραγωγής:
Το γεγονός αυτό είναι εύλογο αν αναλογιστούμε την μεγάλη ανεργία που μαστίζει τη χώρα τα τελευταία οχτώ χρόνια και την γενικότερη υποαπασχόληση των έτερων παραγωγικών συντελεστών. Αν η ανεργία λόγου χάρη μειωνόταν από 23% σε 8%, όπου 8% ένα σχετικά τυπικό από στατιστικής άποψης ποσοστό ανεργίας, η ελληνική οικονομία θα μπορούσε να έχει 10% με 13% υψηλότερο ΑΕΠ, δηλαδή 18δις€ με 22δις€ σε απόλυτους αριθμούς επιπλέον εθνικό εισόδημα.
Όταν το Κενό Παραγωγής λαμβάνει θετικές τιμές, μετατρέπεται δηλαδή ουσιαστικά σε πλεόνασμα παραγωγής, σημαίνει πως η οικονομία υπερλειτουργεί, βρίσκεται στα όρια της, στα επίπεδα δηλαδή της πλήρους απασχόλησης, η οποία είναι μια κατάσταση μη διατηρήσιμη μεσο-μακροπρόθεσμα.
Παράδειγμα τέτοιας οικονομίας είναι η Γερμανική:
Η Γερμανική οικονομία παρουσιάζει εξαιρετικά χαμηλή ανεργία, της τάξης του 4%, ποσοστό αρκετά χαμηλότερο από τους ιστορικούς μέσους όρους που χρησιμοποιεί ο ΟΟΣΑ για τον υπολογισμό του Κενού Παραγωγής. Με άλλα λόγια, η γερμανική οικονομία παράγει τα τελευταία χρόνια υψηλότερο ΑΕΠ από ότι αν οι δείκτες απασχόλησης των παραγωγικών συντελεστών ήταν στα μεσο-μακροπρόθεσμα επίπεδα ισορροπίας τους. Ο λόγος είναι πως η γερμανική οικονομία εξυπηρετεί τη ζήτηση και άλλων οικονομιών πλην της εγχώριας, με τρόπο μάλιστα αρκετά αποδοτικό αν κρίνουμε από τα τερατώδη πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της τα τελευταία χρόνια.
Θεραπεία του Κενού Παραγωγής
Ο παράγοντας που πραγματώνει σε παραγωγή την εν δυνάμει, αδρανή παραγωγικότητα είναι η ζήτηση. Η θεραπεία λοιπόν για αυτό το τεράστιο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι η αύξηση της ζήτησης. Η πλευρά των δανειστών βέβαια μέσω των μνημονίων που έχει επιβάλλει και των ελληνικών κυβερνήσεων που με ζήλο εφαρμόζουν, έχει τον ακριβώς αντίθετο στόχο, την αποανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, τον περιορισμό της ζήτησης, την εσωτερική υποτίμηση. Για αυτό άλλωστε το Κενό Παραγωγής της ελληνικής οικονομίας είναι τόσο υψηλό, ακριβώς επειδή εφαρμόζονται πολιτικές που περικόπτουν και περικόπτουν και περικόπτουν τη ζήτηση.
Η αιτιολόγηση των δανειστών, μέσω των απολογητών τους στα ΜΜΕ, είναι πως έτσι η ελληνική οικονομία θα καταστεί ανταγωνιστική, με τις τιμές στις αγορές εργασίας και ακινήτων να πέφτουν διαρκώς(=εσωτερική υποτίμηση) σε επίπεδα όλο και πιο θελκτικά για τους επενδυτές, διεθνείς και εγχώριους, οι οποίοι θα επιλέξουν τη χώρα για επενδύσεις, δημιουργώντας έτσι και την πολυπόθητη αύξηση της ζήτησης στην οικονομία.
Μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση βέβαια θα ήταν να ασκούσε η κυβέρνηση επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, σπάζοντας την παγίδα ρευστότητας, δηλαδή τις αρνητικές προσδοκίες που διατρέχουν όλους τους εγχώριους και μη οικονομικά δρώντες στη χώρα, κάνοντας ουσιαστικά το πρώτο βήμα για τόνωση της ζήτησης στην οικονομία, δίνοντας έτσι το έναυσμα για τον μετασχηματισμό των προσδοκιών σε θετικές στον ιδιωτικό τομέα, εγχώριο και διεθνή. Δυστυχώς, ούσα μια χώρα υπό επιτροπεία και δεσμευμένη από το Σύμφωνο Σταθερότητας και δίχως βέβαια το εκδοτικό προνόμιο, η ελληνική δημοκρατία στέκεται ανήμπορη μπροστά σε ένα πρόβλημα που κι ένας πρωτοετής φοιτητής οικονομικών γνωρίζει τη λύση…
Οι χώρες-μέλη της ΕΕ και ΟΝΕ επιβάλλεται να έχουν τη δυνατότητα της δημοσιονομικής ευελεξίας όταν οι συνθήκες στις οικονομίες τους το απαιτούν. Στην πράξη, η Ευρωζώνη έχει καλυφθεί από ένα μοντέλο λιτότητας one size fits all, καταδικάζοντας γενιές στην ανεργία και την αβεβαιότητα.
Αλέξης Σμυρλής, Οικονομολόγος
Μέλος DiEM25 Ελλάδας
Θέλεις να ενημερώνεσαι για τις δράσεις του DiEM25-ΜέΡΑ25; Γράψου εδώ